Ο Μαυραϊλής

Στη Βαβυλώνα στην Αμισό
σαν πας γεράκι μου χρυσό
θέλω να ειπείς του Μαυραϊλή
(ώρα του καλή ώρα του καλή)
να ξαναρθεί στον τόπο μας.

Πες του ποια μέρα θα ξεκινά
να βάλω διάτα στα βουνά
κρυφά να ροδαμίσουνε
(μαύρα μου βουνά μαύρα μου βουνά)
να τον καλωσορίσουνε.

Κι εσύ μανούλα κυρά γλυκιά
στον ήλιο βγάλε τα προικιά
να ιδεί που χρόνους δώδεκα
(μάνα μου γλυκιά μάνα μου γλυκιά)
κρατώ το λόγο πόδωκα.

Παιδιά μην κλαίτε μην κλαίτε πια
παράγγειλα στην Αραπιά
να φέρουν κόκκινο κρασί
(έλα πιες κι εσύ έλα πιες κι εσύ)
για την καινούργια ανάσταση.

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια pages 270–271]

Ο Μαυραλής απαντάται στο τραγούδι «Ο θάνατος του Διγενή», αλλά και σ’ αυτό «Του βασιλιά και του Μαυραλή», που βρίσκουμε στη συλλογή του Φοριέλ. Η «Βαβυλώνα» και η «Αμισός» οριοθετούν τα ανατολικά σύνορα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, που φύλαγε ο Διγενής ως απελάτης. «Μαύρα» είναι τα βουνά όπου περνάει ή έχει περάσει ο Χάρος. «Δώδεκα» τα χρόνια και οι χρόνοι σε δύο παραλλαγές του τραγουδιού «Του σκλάβου εις το καράβι» στην έκδοση της Ακαδημίας. 
διάτα: διαταγή, εντολή, παραγγελία. 
να ροδαμίσουνε (τα βουνά): να γεμίσουν χλοερούς και ανθισμένους θάμνους.

[From ΔΡΟΣΟΥΛΙΤΕΣ. See page 263.]