Παράξενος που ήσουνα

Παράξενες που είναι οι καρδιές
τη μια χαμογελάν την άλλη κλαίνε
σα γλάροι στ’ ουρανού τις αμμουδιές
που ανοίγουν τα φτερά τους και τα καίνε.

Παράξενος που ήσουνα κι εσύ
όταν αργά κατέβαινες τη σκάλα
τα λόγια σου βιτριόλι και κρασί
μου πότιζαν το αίμα στάλα στάλα.

Παράξενος που είναι ο καιρός
το πέρασμά του ο νους μας δεν το πιάνει
τη μια1 πετάει σα φίλος τρυφερός
τη μια2 κρατάει στο χέρι του δρεπάνι.

Παράξενος που ήσουνα κι εσύ
σα βούρκος ζυμωμένος μ’ άσπρο γάλα 
τα λόγια σου βιτριόλι και κρασί
μου πότιζαν το αίμα στάλα στάλα.

Παράξενος που ήσουνα κι εσύ
όταν αργά κατέβαινες τη σκάλα…

 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια page 651]

[From Η ΠΑΓΩΜΕΝΗ ΘΕΑΤΡΙΝΑ: Κύκλος τραγουδιών για τον Γιώργο Μαρίνο. Τη μουσική θα συνέθετε ο Μάνος Χατζιδάκις. See page 641.]

Καλοστημένοι στίχοι από τον Γκάτσο, με τις εικόνες τους σε συνεχές κοντράστ. Θυμάμαι τότε που γράφτηκαν πόσο μας ξένισε η λέξη βιτριόλι. Ο Χατζιδάκις την είχε βρει βαριά κι ο Μαρίνος, παλιομοδίτικη και δυσπρόφερτη. Εμένα μου φαινόταν ξένη λέξη, άγνωστη. Ο Γκάτσος αρνήθηκε να την αλλάξει, ή μάλλον αρνήθηκε να μπει στον κόπο πριν τη μελοποίηση. Είχε έτοιμη την απάντηση: «Θα δούμε». Το παράδειγμά του ακολούθησα κι εγώ, λοιπόν.

1. Και στις δύο περιπτώσεις αντικαταστάθηκε το «πότε» για να μην ακούγεται «ποτέ».

2. Και στις δύο περιπτώσεις αντικαταστάθηκε το «πότε» για να μην ακούγεται «ποτέ».