Τα δόκανα

Μάνα τις πρώτες μου φασκιές
τις έπλεξες μ’ αλιφασκιές
και ταπεινά τις κέντησες
μα χώμα χώμα και σπυρί
φέξαν καλύτεροι καιροί
και σαν αφέντη μ’ έντυσες.

Ώσπου μια δίσεχτη χρονιά
κάτι παράξενα παιδιά
φωνάξανε βοήθεια
και τοίχο τοίχο και γωνιά
βγήκα στην άλλη γειτονιά
να μάθω την αλήθεια.

Μάνα στα χρόνια τα παλιά
ήμουν αγρίμι σε φωλιά
κι ό,τι κι αν μου ’πες το ’κανα
χωρίς ποτέ να φανταστώ
πως κάποια μέρα θα πιαστώ
στου φονικού τα δόκανα.

Τώρα στην άλλη γειτονιά
γίναν τα στόματα χωνιά
κι ουρλιάζουνε βοήθεια
μα εγώ σηκώνοντας σταυρό
ήρθα κοντά σου για να βρω
του κόσμου την αλήθεια.
 

 

 

* [Όλα τα τραγούδια page 243]

[From ΝΥΝ ΚΑΙ ΑΕΙ. See page 239.]